Ο επαναστατικός αναβρασμός των ημερών και οι παλαιοσοσιαλιστικές αλχημείες εμπνεύσεως Κατσέλη, μας θυμίζουν και πάλι την παλιά ιστορία της μικρής κόκκινης κλώσας, όπως την μετέφερε ο Ronald Reagan στη ραδιοφωνική του ομιλία της 9ης Νοεμβρίου 1976. Το πλήρες κείμενο θα το βρείτε στο βιβλίο «Reagan In His Own Voice». Η μετάφραση εδώ είναι του
Γιώργου Σαριγιαννίδη.
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν μια μικρή κόκκινη κλώσα, που σκάλιζε το χώμα στη φάρμα μέχρι που ανακάλυψε μερικούς σπόρους σίτου. Φώναξε τότε τους γείτονές της και τους είπε “Αν φυτέψουμε αυτό το σίτο, θα έχουμε ψωμί να φάμε. Ποιος θα με βοηθήσει στο φύτεμα;”
“Όχι εγώ”, είπε η γελάδα.
“Όχι εγώ”, είπε η πάπια.
“Όχι εγώ”, είπε το γουρούνι.
“Όχι εγώ”, είπε η χήνα.
“Θα το κάνω τότε μόνη μου”, είπε η μικρή κόκκινη κλώσα. Κι έτσι κι έκανε. Ο σίτος ψήλωσε κι ωρίμασε, κι έγινε χρυσό σιτάρι. “Ποιος θα με βοηθήσει να θερίσω το σιτάρι;” ρώτησε η μικρή κόκκινη κλώσα.
“Όχι εγώ”, είπε η πάπια.
“Είναι εκτός της κατηγορίας μου”, είπε το γουρούνι.
“Θα χάσω την αρχαιότητά μου”, είπε η γελάδα.
“Θα χάσω το επίδομα ανεργίας”, είπε η χήνα.
“Θα το κάνω τότε μόνη μου”, είπε η μικρή κόκκινη κλώσα. Κι έτσι κι έκανε. Έφτασε επιτέλους η ώρα να φτιαχτεί το ψωμί. “Ποιος θα με βοηθήσει να ζυμώσω το ψωμί;” ρώτησε η μικρή κόκκινη κλώσα.
“Θα ήταν υπερωρία αν σε βοηθούσα”, είπε η γελάδα.
“Θα έχανα το επίδομα της Πρόνοιας”, είπε η πάπια.
“Το παράτησα το σχολείο και δεν ξέρω πως”, είπε το γουρούνι.
“Θα ήτανε ρατσιστικό να ήμουν εγώ ο μόνος βοηθός”, είπε η χήνα.
“Θα το κάνω τότε μόνη μου”, είπε η μικρή κόκκινη κλώσα. Ζύμωσε κι έψησε πέντε φρατζόλες και τις έδειξε στους γείτονές της. Όλοι θέλανε, για την ακρίβεια απαιτούσαν μερίδιο απ’ το ψωμί. Αλλά η μικρή κόκκινη κλώσα είπε, “Όχι, μπορώ να φάω και τις πέντε μοναχή μου”.
“Κερδοσκοπία!”, φώναξε η γελάδα.
“Καπιταλιστική βδέλλα!”, ούρλιαξε η πάπια.
“Απαιτώ ίσα δικαιώματα!”, διαμαρτυρήθηκε η χήνα.
Και το γουρούνι, απλώς γρύλισε.
Και γράψανε “Αδικία” σε πλακάτ, και κάνανε πορεία γύρω από τη μικρή κόκκινη κλώσα φωνάζοντας βωμολοχίες. Όταν ήρθε ο αντιπρόσωπος της κυβέρνησης, είπε στη μικρή κόκκινη κλώσα. “Δε πρέπει να είσαι τόσο άπληστη.”
“Μα, το κέρδισα με τον ιδρώτα μου αυτό το ψωμί”, είπε η μικρή κόκκινη κλώσα.
“Ακριβώς”, είπε ο αντιπρόσωπος. “Αυτή είναι η ομορφιά της ελεύθερης αγοράς. Καθένας μπορεί να κερδίσει όσο θέλει. Αλλά, με τους σύγχρονους κυβερνητικούς κανονισμούς, οι παραγωγικοί εργάτες πρέπει να μοιραστούν τα προϊόντα τους με τους τεμπέληδες.”
Και ζήσαμε εμείς καλά, κι αυτοί – συμπεριλαμβανόμενης και της μικρής κόκκινης κλώσας – ακόμα καλύτερα. Κι από τότε, η μικρή κόκκινη κλώσα χαμογελούσε και κακάριζε. “Σας ευχαριστώ. Σας ευχαριστώ.” Οι γείτονές της όμως αναρωτιόταν γιατί δεν έφτιαξε ποτέ ξανά άλλο ψωμί.
—–
Αυτή είναι η “ομορφιά” των διεφθαρμένων δήθεν λαϊκών (αριστερών και δεξιών) καθεστώτων: παίρνουν από αυτούς που παράγουν για να δώσουν σε όσους βαριούνται να δουλέψουν, με αντάλλαγμα ψήφους. Το αποτέλεσμα αυτής της πράξης μπορεί να είναι μόνο ένα και στην Ελλάδα το ξέρουμε καλά: οι πρώτοι, οι δημιουργικοί πολίτες παράγουν ολοένα και λιγότερο, αφού δεν έχουν λόγο να κάνουν το αντίθετο ή απλά δραστηριοποιούνται σε (ή από) άλλη χώρα του εξωτερικού ενώ οι δεύτεροι (οι κηφήνες) ζητούν ολοένα και περισσότερα, τα οποία μάλιστα τα ονομάζουν και "λαϊκά κεκτημένα".